Αποκριάτικα έθιμα & παραδόσεις: Το Έθιμο της Καμήλας ή Γκαμήλας

Του Ευθύμη Λεκάκη
Νομικού LL M. International Law,
Οικονομολόγου (μέλους Ο.Ε.Ε.),
Ιστορικού Ερευνητή

Ιστορίες και έθιμα από τα βάθη των αιώνων, με κάποια να έχουν την αφετηρία τους ακόμη και στην περίοδο των ελληνιστικών χρόνων, αναβιώνουν αυτές τις μέρες απ’ άκρου εις άκρον στη χώρα, μέσα από διάφορα δρώμενα για την Αποκριά. Από τα αλευρομουτζωρώματα στο Γαλαξίδι, το ξακουστό «Μπουρανί», τη γιορτή του φαλλού στον Τύρναβο, τον γάμο του Κουτρούλη στη Μεθώνη, μέχρι τους Κουδουναραίους του Διστόμου, τους Γέρους της Σκύρου και τα Στοιχειά της Χάρμαινας στην Άμφισσα, η Ελλάδα γιορτάζει την Αποκριά.

Ένα έθιμο που χάνεται στα χρόνια του 19ου αιώνα και έχει καταγωγή του στην Ανατολική Ρωμυλία, είναι το έθιμο της καμήλας ή «γκαμήλας». Ουσιαστικά, είναι ένα λαϊκό δρώμενο, που με διάφορες παραλλαγές  απαντάται  στη ΝΑ Ευρώπη. Πρώτη του καταγραφή  βρίσκουμε  στη Στυρία – ομόσπονδο κρατίδιο της Αυστρίας –  το 18ο αιώνα από όπου επεκτάθηκε με διάφορες παραλλαγές, ιδιαίτερα στις περιοχές της Βουλγαρίας και της Βόρειας Θράκης, περιοχές που αναφέρονται σαν  Ανατολική Ρωμυλία –από όπου ίσως προήλθε και η λέξη Ρούμελη. Τις δύο Κυριακές της αποκριάς, της κρεατινής και της τυροφάγου, πριν το μεσημέρι, «κυκλοφορούσε» στα Χανιά το ομοίωμα  της  «γκαμήλας».

Η Καμήλα κατασκευάζεται από μία ξύλινη σκάλα, δύο κοφίνια που αποτελούν τις δύο καμπούρες, με μια λινάτσα που χρησιμοποιείται για τη συλλογή του ελαιοκάρπου και τον σκελετό του κεφαλιού ενός γαϊδάρου. Βασικό στην κατασκευή είναι ο αυτοσχέδιος μηχανισμός με καρούλια που τοποθετείται στη σιαγώνα, για να μπορεί – με τη βοήθεια σχοινιού – να ανοιγοκλείνει το στόμα της και να δέχεται τα φιλέματα ή να τα αρπάζει.  Στα μάτια τοποθετούνται συνήθως δύο μανταρίνια, ενώ στην καμήλα μπαίνουν από δυο έως και τρεις άνθρωποι. Απάνω στη λινάτσα έραβαν μικρά κομμάτια από εφημερίδα που αναπαριστούσαν το τρίχωμα του σώματος της καμήλας. Ένας κρατούσε το κεφάλι στερεωμένο σ’ ένα ξύλο και οι άλλοι δύο με τη βοήθεια των κοφινιών σχημάτιζαν τις καμπούρες της. Τα παλικάρια που έμπαιναν από κάτω, αποτελούν τα πόδια της καμήλας. Αυτοί ήταν εκείνοι που τη μετέφεραν στους δρόμους της πόλης, τη χόρευαν, πείραζαν τον κόσμο που μαζεύεονταν γύρω της. Παρόλο το βάρος της – που πρέπει να ήταν αρκετό –την τριγυρνούσαν στην πόλη, με στάσεις στις πλατείες και στους πεζόδρομους προσθέτοντας μια κεφάτη νότα στις αποκριάτικες εκδηλώσεις.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Η πομπή με τους μασκαρεμένους  Χανιώτες ξεκινούσε από την πλατεία της Δημοτικής Αγοράς, προχωρούσε στο Καλέ Καπισί (σήμερα οδό Μουσούρων) με πρώτη στάση στην πλατεία του Κάτωλα, προχωρούσαν από την οδό Πεταλάδικα (σήμερα Τσουδερών), μέσω της οδού Χαλέπας (σήμερα Ελευθερίου Βενιζέλου), της οδού Μπόλαρη όπου γινόταν το νυφοπάζαρο (σήμερα Ηρώων Πολυτεχνείου), της Πλατείας Δικαστηρίων και της Βασιλέως Κωνσταντίνου (σήμερα Ανδρέα Παπανδρέου), κατέληγε έξω από τη νότια πόρτα της Αγοράς, όπου είχαν στηθεί τα όργανα για το μεγάλο Αποκριάτικο γλέντι.

Στη μέση της πλατείας, έκαιγαν την καμήλα, τιμωρώντας την για τα αγαθά που έκλεψε, εκδικούμενοι με αυτόν τον τρόπο και τον Τούρκο κατακτητή για την άγρια φορολογία που επέβαλε στα χρόνια της Οθωμανικής κατοχής της Κρήτης. Όλοι μαζί, γλεντούσαν ως το πρωί με συνοδεία παραδοσιακών νηστίσιμων κερασμάτων, τσικουδιάς και υπό τους ήχους κρητικών παραδοσιακών σκοπών.

 

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.